Αρχική Σελίδα   |    ΔΗΜΟΣ ΛΑΓΚΑΔΑ    |    ΟΙ ΔΗΜΟΙ    |    ΟΙΚΙΣΜΟΙ    |    ΑΞΙΟΘΕΑΤΑ & ΜΟΥΣΕΙΑ    |    ΣΥΛΛΟΓΟΙ    |    ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ    |    ΑΓΓΕΛΙΕΣ    |    ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΕΙΤΕ    |    ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ
28/3/2024 11:29:22



















Επισκέπτες Online: 1311


Λίστα Ενημέρωσης

Συμπληρώστε το email σας για να λαμβάνετε ενημερώσεις.






ΤΟ ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟ ΕΠΟΣ
16-10-2012
ΤΟ ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟ ΕΠΟΣ


Του Τρύφωνα Τσομπάνη

 ΛΑΓΚΑΔΑΣ 27 Οκτωβρίου 1912 - 27 Οκτωβρίου 1944.

 

Συχνά στη ζωή μας οι αριθμοί παίζουν έναν σημαντικό ρόλο, κάποτε καταλυτικό, κάποτε καθοριστικό και άλλοτε πάλι γίνονται σύμβολα, όχι μόνο αριθμητικά αλλά και ποιοτικά και ηρωικά και ιστορικά. Αλλωστε ας μην ξεχνάμε πως ο αριθμός, σαν χρονολογία, καθορίζει πάντοτε στη ζωή μας πολλά πράγματα, από το μέτρο της ηλικίας μας ως και όλες τις όμορφες και  κακές στιγμές  της ζωής μας.        

Το ίδιο συμβαίνει και με τις πόλεις μας. Ένας αριθμός ,ένα νούμερο ή μια ημερομηνία, καθορίζει την ιστορία της μέσα στους αιώνες. Η πόλη μας, ας πούμε για παράδειγμα ο Λαγκαδάς, μέσα στην ιστορία του έχει κάποιους ιστορικούς σταθμούς  που σημαίνονται με κάποιες ημερομηνίες - σταθμούς στην πορεία του μέσα στο χρόνο.

Αυτά λοιπόν τα νούμερα αποκτούν ένα ιδιαίτερα ιστορικό και συμβολικό νόημα και συνοδεύουν την ιστορική μας μνήμη για πάντα και καθορίζουν την αυτοσυνειδησία μας ως ατόμων και ως λαό. Αν αγνοούμε αυτούς τους συμβολικούς αριθμούς, δείχνουμε το επίπεδο παιδείας και πολιτισμού μας. 1453, 1821, 1912-13, 1922, 1941, 1944 κλπ., μπορεί για τον μη Έλληνα να είναι απλοί χρονικοί σταθμοί της ζωής του, η και με τελείως διαφορετικό νόημα, όμως για μας τους Έλληνες τα νούμερα αυτά  έχουν τέτοιο συμβολισμό, τέτοια σημασία και τέτοια ιστορική φόρτιση, που η άγνοιά τους θα ισοδυναμούσε με εσχάτη προδοσία.

Κυκλοφορώντας κανείς μέσα στην πόλη μας και κατευθυνόμενος προς το μητροπολιτικό ναό, βρίσκεται σε ένα ιστορικό οδικό δέλτα που αποτελείται  από τις  οδούς Παύλου Μελά, Αγίας Παρασκευής και 27ης Οκτωβρίου.

Όχι βέβαια τυχαία. Γιατί ο γνωστός ήρωας του Μακεδονικού έπους  Παύλος Μελάς  μαζί με τα νιάτα και τους γενναίους άνδρες και γυναίκες της πόλης μας, μέσα από τη στράτευσή τους στον ιερό αγώνα της απελευθέρωσης της Μακεδονίας, μέσω του ναού της αγίας Παρασκευής, όπου στις κρύπτες του υπογείου της χτυπούσε η καρδιά του αγώνα και έκρυβε μαζί με τα  όνειρα της λευτεριάς και τα όπλα των αγωνιστών  της, μας οδήγησαν στην ημερομηνία της 27ης Οκτωβρίου του 1912 κατά την οποία ο Λαγκαδάς απέκτησε την πολυπόθητη ελευθερία του από τον Τουρκικό  ζυγό.

 Η 27η  Οκτωβρίου 1912 είναι λοιπόν για το Λαγκαδά και όλη τη Μακεδονία  ένας σημαντικός, ίσως ο σημαντικότερος σταθμός της ιστορίας του. Όμως η 27η  Οκτωβρίου, έμελε μετά από 32 χρόνια, κατά το τέλος του Β’ παγκοσμίου  πολέμου, το 1944, να  ξαναγίνει για την πόλη μας σταθμός ιστορικής  μνήμης, γιατί σήμαινε την απελευθέρωση του Λαγκαδά  από τις Γερμανικές  δυνάμεις κατοχής. Και στους δύο αγώνες, ο Λαγκαδάς είχε τις δικές του ιστορικές σελίδες, γραμμένες μάλιστα με το αίμα των παλικαριών του.

Στον πρώτο αγώνα του 1912  πολλοί έδωσαν το παρόν που τελείωσε με την απελευθέρωση από τους Τούρκους. Ηταν τα παλικάρια του Μακεδονικού αγώνα, που είχε ξεκινήσει το 1904, και που τα ονόματά τους κοσμούν το μνημείο της πόλης μας στην κεντρική μας πλατεία, για να θυμίζουν σε όλους εμάς το χρέος μας στη πατρίδα και για να πλέκεται η καθημερινότητά μας με την ιστορία του τόπου μας, απλά και όμορφα και όποιος περνά μπροστά  από το λιτό μνημείο, ας θυμάται να λέει ένα ευχαριστώ ή ένα «αιωνία η μνήμη», στη χορεία των πολεμιστών και των μαρτύρων  του Λαγκαδά.

Με πρωτοπόρο τον επίσκοπο Αλέξανδρο  Ρηγόπουλο, τελευταίο επίσκοπο Λητής και Ρεντίνης και μετέπειτα Μητροπολίτη Θεσσαλονίκης, ο οποίος έσπειρε τον σπόρο της λευτεριάς σε όλη την περιοχή και τον συνεργάτη του και συνεχιστή του αγώνα, τον θρυλικό παπα-Ιωακείμ  Ανανιάδη, δικαστή-πρωτοδίκη στο Λαγκαδά και καθηγητή  των γαλλικών, που κατακρεουργήθηκε από τους  κομιτατζήδες στη Γευγελή το 1911, χωρίς να προλάβει να  χαρεί το φως της λευτεριάς να χαράζει στον τόπο μας, τον γενναίο στρατηγό Δημήτριο Κάκαβο, τον ξακουστό καπετάν-Ζώη, φίλο και συμμαθητή του Παύλου Μελά στη σχολή ευελπίδων, που άφησε την ηρεμία των Αθηνών και την καριέρα του και ανέβηκε στη Μακεδονία για να αναλάβει με την υπόδειξη του Λάμπρου Κορομηλά την οργάνωση του αγώνα στο Λαγκαδά, τον  Γεώργιο  Σαραντόπουλο που με εντολή του προξενείου της Θεσσαλονίκης  έρχεται στο Λαγκαδά, γίνεται ξενοδόχος για να μπορεί να φροντίζει, να κρύβει, να φιλοξενεί, να τροφοδοτεί, να φυγαδεύει τους αγωνιστές όταν κινδύνευαν, τον Αστέριο Οικονόμου και το γιατρό Δημήτριο Λίγδα που μαζί με τον Δήμο Δήμου, διαθέτουν  όσα έχουν για την τροφοδοσία των ανταρτικών  ομάδων, τον φωτισμένο καθηγητή Ηλία  Γεωργιάδη που αγωνίστηκε για την παιδεία και μέσα από την οργάνωση  ΑΝΑΓΈΝΝΗΣΗ δούλεψαν για τη λευτεριά του τόπου μας, τους  Ηλιάδηδες, τους  Δεμερτζήδες και κυρίως τα νιάτα του Λαγκαδά, τον λεβέντη Μιχαήλ Βοσνακίδη  που στα 26 του χρόνια  δολοφονείται άνανδρα σε ενέδρα που του έστησαν έξω από το σπίτι του, εδώ 50 μέτρα πίσω από την εκκλησία της αγίας Παρασκευής. Κοντά  σ’ αυτούς ο Πάσχος Ράμναλης, οι Μπαϊρακτάρηδες, ο Μοσχίδης και ο Γερεμπακάνης  μαζί με τον Σταύρο Μπαρέτη, φόρεσαν την ένδοξη στολή του μακεδονομάχου. Ο τελευταίος πεθαίνει μαρτυρικά στη Σάμο για την πατρίδα, σκοτώνοντας  προηγουμένως τον τύραννο του νησιού, τον περιβόητο Κοπάτση. Η απόφαση για την αποστολή του πάρθηκε στο σπίτι του Χρήστου και της Αικατερίνης  Δρεμλή, όπου έβρισκαν πάντα φιλόξενη στέγη όλοι οι περαστικοί από τον Λαγκαδά αγωνιστές. Όμως η μορφή που σημάδεψε την ιστορία του τόπου μας ήταν ο καπετάν-Γιάννης  Ράμναλης, ο οποίος στην ηλικία των 18 ετών γίνεται αρχηγός ανταρτικής ομάδας και είναι ο φόβος και ο τρόμος των Τούρκων και των Κομιτατζήδων. Το 1908, μετά την πρώτη φάση του Μακεδονικού αγώνα βρίσκεται στην Αθήνα με το όνειρο να σπουδάσει στη σχολή ευελπίδων, όμως το πάθος του για την πατρίδα και τη λευτεριά της, παίρνει τη θέση του στα όνειρα και τις σπουδές και ξαναγυρνά  πίσω. Στον Α΄  Βαλκανικό πόλεμο  ο καπετάν-Ράμναλης  επικεφαλής παλικαριών αποβιβάζεται στη Χαλκιδική και ελευθερώνει την Αρναία, το Ζαγκλιβέρι, τα Λαγκαδίκια. Με τοσώμα των προσκόπων που έχει μαζί του, βοηθά όπου έχει ανάγκη ενίσχυσης ο τακτικός στρατός, ο οποίος υπό την αρχιστρατηγία του διαδόχου Κωνσταντίνου  προελαύνει με εφ’ όπλου λόγχη, και καταλαμβάνει το ένα μετά το άλλο τα εχθρικά οχυρώματα.

Στόχος του διαδόχου είναι να φτάσει ως το Μοναστήρι για να σηκώσει και πάλι την ελληνική σημαία, όμως οι δήθεν συμμαχικές μας δυνάμεις των σερβοβουλγάρων, κινούνταν προς τη Θεσσαλονίκη με περισσή βιασύνη προσπαθώντας να αρχίσουν πρώτοι με τον Ταξίν Πασά τις διαβουλεύσεις για την παράδοση της πόλης και ελπίζοντας φυσικά πως θα αποκτούσαν και ένα κομμάτι από την πόλη.

Ο υπουργός των εξωτερικών τότε Λάμπρος  Κορομηλάς, ο άνθρωπος που αγάπησε τη Mακεδονία και τη Θεσσαλονίκη  με πάθος, τηλεγραφεί συνεχώς ζητώντας την κατάληψη της Θεσσαλονίκης από τον τακτικό στρατό. Ο Βενιζέλος δεν αργεί να διατάξει ως πρωθυπουργός και υπουργός εθνικής  άμυνας, αλλά και αρχηγός του στρατού, τον διάδοχο  Κωνσταντίνο να κατευθυνθεί προς Θεσσαλονίκη  και  το αργότερο  26 Οκτωβρίου να αρχίσει τη διαδικασία παραλαβής της πόλης άνευ όρων.

Ταυτόχρονα  οι Βούλγαροι  με μια μεραρχία και μια ταξιαρχία κατευθύνονται προς Θεσσαλονίκη. Ο καπετάν- Ράμναλης μπροστά στον κίνδυνο, κατευθύνεται  στο Λαγκαδά όπου εγκαθιστά σχεδόν αμαχητί μια ομάδα ανδρών του για να προλάβουν την βουλγαρική είσοδο  στην πόλη μας και σπεύδει με 100 παλικάρια του στη Θεσσαλονίκη για να βοηθήσει αν χρειαστεί με ανταρτοπόλεμο την απελευθέρωση της πόλης, και να ενισχύσει τη φρουρά της. Ο λαός της πόλης έχει συγκεντρωθεί στον άγιο Δημήτριο περιμένοντας  προσευχόμενος τη λευτεριά  και έτοιμος να τελέσει την πανηγυρική δοξολογία  για την απελευθέρωση. 26 Οκτώβρη το απόγευμα  φτάνει έξω από την πόλη ο Ελληνικός στρατός και αρχίζουν οι διαπραγματεύσεις για την  παράδοσή της. Στις 27, τα πρώτα τάγματα ευζώνων μπαίνουν στην πόλη  χωρίς να πέσει ούτε μια τουφεκιά και οι τούρκοι σε λίγο θα υπέγραφαν τη συνθηκολόγηση. Αυτό γίνεται στις 7 το απόγευμα και πλέον όλες οι ελληνικές στρατιωτικές δυνάμεις  βρίσκονται μέσα στην πόλη. Ο ταξίν Πασά υπέγραψε το πρωτόκολλο παράδοσης  μαζί με δυο αξιωματικούς του ελληνικού στρατού, τον  Βίκτωρα Δούσμανη και τον Ιωάννη Μεταξά παρουσία και του πολιτικού συμβούλου του στρατηγείου Ίωνα  Δραγούμη.

Ξημερώνει η 28η Οκτωβρίου 1912 και ο Διάδοχος με το επιτελείο και το στρατό εισέρχονται στην εκκλησία του αγίου Μηνά, που λειτουργούσε ως Μητροπολιτικός ναός ,για να τελέσουν την δοξολογία για την απελευθέρωση.

Ο καπετάν-Ράμναλης γυρνά με τα παλικάρια του στο Λαγκαδά στις 27  Οκτωβρίου με τη γεύση της λευτεριάς νωπή να ψιθυρίζεται στα χείλη των ανθρώπων, και με την  διαταγή του Βασιλέως να αναλάβουν την πόλη και να φροντίσουν για τη σταδιακή απόσυρση των τουρκικών δυνάμεων. Στις 29 Οκτωβρίου η Θεσσαλονίκη υποδέχεται τον Βασιλιά Γεώργιο, ενώ η 1η μεραρχία και το απόσπασμα των ευζώνων αποδίδουν τιμές κάτω από καταρρακτώδη βροχή, λες και  έκλαιγε και ο ουρανός από τη χαρά του ή να ήθελε άραγε να ξεπλύνει την  κατάρα της κατοχής και να παραδώσει τη πόλη καθαρή και άσπιλη στους κατοίκους της.

Η πόλη του Λαγκαδά γιόρταζε  τη δική της λευτεριά με πάνδημη δοξολογία στο ναό της αγίας Παρασκευής.

Τριάντα δύο  χρόνια αργότερα, στις 27 Οκτωβρίου του 1944  και πάλι οι καρδιές  των Λαγκαδιανών θα χτυπήσουν γοργότερα, καθώς ένας τρομερός κρότος θα τάραζε τη νυχτερινή ησυχία της πόλης. Οι Γερμανικές δυνάμεις κατοχής, τώρα, μετά από τέσσερα χρόνια και με το πρωτόκολλο αποχώρησης που υπέγραψαν στις 12 Οκτωβρίου του 1944 στη Αθήνα, εγκατέλειπαν την Ελλάδα. Η αποχώρησή τους από τον Λαγκαδά έγινε με έναν τρόπο που έδειχνε τον πανικό και τον φόβο της τότε υπερδύναμης. Ανατίναξαν κατά την αποχώρησή τους τη γέφυρα του Λαγκαδά, προφανώς για να προστατέψουν τα νώτα τους, δεδομένου ότι οι ανταρτικές ομάδες του Λαγκαδά ήδη συνεδρίαζαν στο σπίτι του Φυλάκη για να αντιμετωπίσουν τις τελευταίες Γερμανικές αυθαιρεσίες. Στις 28 Οκτωβρίου του 1944 και πάλι ο Λαγκαδάς συνάζονταν στο ναό της πολιούχου του, για τα ευχαριστήρια και τα ελευθέρια της πόλης του.

Τα τέσσερα χρόνια κατοχής που πέρασαν ήταν χρόνια μαύρα και σκληρά, μέσα στη στέρηση και τη φτώχεια. Οι πληγές του πολέμου ακόμα ανοιχτές. Το αίμα και η θυσία των 11 παλικαριών του Λαγκαδά, που έπεσαν πάνω στα Αλβανικά βουνά, ακόμα πλήγωνε τη μνήμη και την καρδιά των ανθρώπων. Δύο λεβέντες αξιωματικοί, ο Χρήστος Τσαπάρας και ο Κωνσταντίνος Γκόσιος έγραψαν τις πρώτες σελίδες της  εποποιίας του ’40 και ακολούθησαν οι υπαξιωματικοί Ασίκης, Ξανθόπουλος, Φώτιος Βαρβαλιός και Τριαντάφυλλος Μπίλης. Έπεσαν όλοι τους στα χιονισμένα αλβανικά βουνά με διαφορά λίγων ημερών, λες  και φοβόταν μη μείνουν οι συμπατριώτες τους  στην αιωνιότητα χωρίς συντροφιά. Μέ τέτοιους λεβέντες αξιωματικούς πώς να μείνουν πίσω τα φανταράκια του Λαγκαδά. Οι στρατιώτες Χορόσκελης, Μαυροβουνιώτης, Τσακάλης, Γιάντσος και Δημήτριος Κρέης ακολούθησαν τη θυσία των φίλων τους, κερδίζοντας τη δόξα της αιωνιότητας. Μαζί με αυτούς μια ακόμη  χορεία αρκετών παιδιών γύρισε πίσω με το παράσημο του τραυματία του πολεμικού έπους του ’40.

Ας είναι αυτή η αναφορά της μνήμης τους μια αφορμή για τιμή και ευχαριστία και μια υπόσχεση πως όσο ζούμε θα κρατούμε πάντα αναμμένο το καντήλι της μνήμης τους και θα συνεχίσουμε να πορευόμαστε πάνω στα δικά τους ιδανικά  «ποτέ από το χρέος μη κινούντες ».




 

ALBUM ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΩΝ



Επικοινωνία με lagadas.net
Επιτρέπεται η αναδημοσιεύση του υλικού μόνο με την αναφορά της πηγής © 2010 lagadas.net
design by aksium